Οι Τελευταίοι Κρυφοί Άγιοι της Ν/Α Κρήτης

Οι Τελευταίοι Κρυφοί Άγιοι της Ν/Α Κρήτης

Γέροντας Αναστάσιος Λεονταρίδης (ο Κουδουμιανός) (1927-2013)

      Ο Αρχιμανδρίτης Αναστάσιος, κατά κόσμον Γεώργιος Λεονταρίδης του Νικολάου και της Ελένης, γεννήθηκε στο Πανασό της Κρήτης στις 20 Ιουλίου 1927. Έχασε από μικρός το πατέρα του και ανετράφει από την ευλαβέστατη μητέρα του, η οποία έγινε αργότερα Μοναχή και πήρε το όνομα Ευγενία. Μαζί με τα άλλα δύο του αδέρφια, ο Γεώργιος γνώρισε από μικρός τη δύναμη της πίστεως και της προσευχής και έμαθε στην αυστηρή νηστεία, και στη μελέτη του θείου λόγου.

     Παιδί ακόμα μελέτησε και εμπνεύστηκε από το βίο του Αγίου Αντωνίου και επαναλάμβανε αδιάλειπτα την ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος, διά της Θεοτόκου, ελέησον με τον αμαρτωλόν».  Η προσευχή του προσήλκυσε τη χάρη της Θεοτόκου και η ευλογία Της τον συνόδευε πάντα.

 

     Ο πόθος του για τη μοναχική ζωή έγινε πραγματικότητα με την είσοδό του, ως δόκιμος Μοναχός, στην Ιερά Μονή Βροντησίου στις 26 Ιουλίου 1957. Κατόπιν, για λίγο καιρό, έμεινε στην Ιερά Μονή Οδηγήτριας και μετέπειτα εγράφη ως δόκιμος στην Ιερά Μονή Κουδουμά.  Δέκα μήνες αργότερα εκάρη Μοναχός, με το όνομα Αναστάσιος. Τον επόμενο χρόνο χειροτονήθηκε διάκος στη  Μονή της μετανοίας του, από τον Επίσκοπο Αρκαδίας Τιμόθεο.

     Υπήρξε ασκητής και πνευματικός συναγωνιστής τού Οσίου Γέροντα Ευμενίου Σαριδάκη και πάντοτε μιλούσε για Εκείνον με μεγάλο σεβασμό. Υπάκουος, με ορθό εκκλησιαστικό φρόνιμα, καλλιέργησε τη σιωπή, την υπομονή, ακούραστος εργάτης σε όλα του τα διακονήματα και παρέμενε αθέατος από την υπόλοιπη αδελφότητα. Κατέφευγε στα σπήλαια και τα αγιασμένα ασκηταριά, ιδιαίτερα τις νυχτερινές ώρες, με νηστείες, με χαμαικοιτίες, με αγρυπνίες, με την εσωτερική νοερά εργασία και άλλα πνευματικά γυμνάσματα και ασκητικά παλαίσματα, από τα όποια απέκτησε σπουδαίες και βαθιές πνευματικές εμπειρίες. Για πολλά χρόνια θα παριστάνει το «σαλό» (όπως και τόσοι άλλοι αγιασμένοι Πατέρες της Εκκλησίας μας), όχι γιατί δεν αγαπούσε ή ήθελε να αποφεύγει τους ανθρώπους, αλλά γιατί αναζητούσε την ησυχία, ώστε απερίσπαστος να αφιερώνεται στις πνευματικές του αναζητήσεις και στις προσευχές. Επιπλέον, από ταπείνωση και σεβασμό στη θεία παραχώρηση, δεν επιθυμούσε να φανερωθεί η χάρη που τον είχε προικίσει το Άγιο Πνεύμα… 

      Με τους πνευματικούς του αγώνες έγινε ό βιωματικός άνθρωπος, ξεχωριστός στην ασκητική ζωή της Εκκλησίας μας. Αργότερα, με τη χάρη τού Θεού, έζησε επί 7 περίπου χρόνια στο Ιερό Μετόχι του Άγ. Ιωάννου της Ιεράς Μονής Κουδουμά, όπου διέμενε μέσα σε σπηλαίο με πολύ δύσκολες συνθήκες διαβίωσης. Κατόπιν περιόδευσε σε Μονές του Αγίου Όρους, όμως για λόγους υγείας επανήλθε στην Κρήτη το 1974 και χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στις 24 Νοεμβρίου 1974.  Επέλεξε την Ενορία του Τσούτσουρου στην οποία εφημέρευσε έως  τις 30 Ιουνίου 2000 οπότε και συνταξιοδοτήθηκε. Επανήλθε στην Ιερά Μονή της μετανοίας του μόνιμα το 2002, όπου έζησε τον υπόλοιπο βίο του ασκητικά και σιωπηλά, «πλήρης χάριτος και Πνεύματος Αγίου». Δίδασκε τον ανεκτίμητο λόγο των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας και απολάμβανε τον απεριόριστο σεβασμό της αδελφότητας και των πολλών προσκυνητών της Μονής, που έσπευδαν να πάρουν την ευχή του και να ακούσουν το λόγο του.

     Αγράμματος, αλλά φωτισμένος με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και μελετώντας τις Γραφές, ωφέλησε αμέτρητους πιστούς με την εμπειρική ευαγγελική διδασκαλία του. Καυτηρίαζε τη σημερινή «εκφιλοσόφηση», όπως χαρακτηριστικά έλεγε, του Ιερού Ευαγγελίου. Έδινε αγώνα κατά του παπισμού εξηγώντας πως είναι η μεγάλη διαστροφή του Ευαγγελίου και πως όσοι επιδιώκουν ένωση μαζί του, ματαιοπονούν. Πως ο γάμος δεν είναι ανεξέλεγκτη και απειθάρχητη μορφή ζωής και πως το παρά φύσιν είναι η αιτία μεγάλων κακών, ενώ προειδοποιούσε για τα μεγάλα δεινά και το «πύρινο όλεθρο» που έρχονται.  Ο  αφανής, προφητικός, αγιοπατερικός και απλός Γέροντας Αναστάσιος, ο Κουδουμιανός, άφησε οσιακά τη τελευταία του πνοή στις 2 Δεκεμβρίου του 2013.

Γέροντας Ιωαννίκιος Ανδρουλάκης (1924-2017)

     Ο Αρχιμανδρίτης Ιωαννίκιος, κατά κόσμον Μιχαήλ Ανδρουλάκης, γεννήθηκε στις Μάλλες στις 22 Αυγούστου του 1924 από γονείς πολύ ευσεβείς και είχε δύο αδέρφια. Οι γονείς του Γεώργιος και Αικατερίνη, άνθρωποι αγράμματοι, όμως γνώριζαν με ζήλο τα γράμματα του Αγίου Ευαγγελίου και έτσι διαπαιδαγώγησαν τα παιδιά τους.

    Ο Μιχαήλ από πολύ μικρός έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για τη πίστη και από τριών ετών ήθελε να βρίσκεται δίπλα στον Ιερέα και να ψάλει. Στα δεκαπέντε του ήταν ήδη δεξιός ψάλτης, και γνώριζε όλους τους ήχους της βυζαντινής μουσικής. Ο πόθος του να αφιερωθεί στο Θεό, πραγματοποιήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1945, που ως δόκιμος εντάχθηκε στην αδελφότητα της Ιεράς Μονής Παναγίας Φανερωμένης.

 

     Εκεί γνώρισε τα πνευματικά αγαθά της μοναστηριακής ζωής και στις 12 Απριλίου 1946 εκάρη Μοναχός και πήρε το όνομα Ιωαννίκιος. Το 1948, μετατίθεται στη Μονή Τοπλού, που αντιμετώπιζε μεγάλες δυσκολίες μετά τη κατοχή.  Στις 6  Ιανουαρίου 1949 χειροτονείται Ιεροδιάκονος και στις 13 Ιουνίου του 1949 Ιερομόναχος. Στις 16 Νοεμβρίου 1952, αναλαμβάνει καθήκοντα ως Ηγούμενος της Ιεράς Μονής, αφού πρώτα ορίζεται ως Μέγας Οικονόμος – Προϊστάμενος από το Πατριαρχείο.

     Στις 13 Αυγούστου 1963 θα εγκατασταθεί στη κατεστραμμένη Μονή Παναγίας Εξακουστής Μαλλών. Με αγώνες, θυσίες και στερήσεις  θα την ανακαινίσει εκ βάθρων και θα την καταστήσει ξανά ένα πνευματικό περιβόλι όπου εύρισκαν παρηγοριά και δύναμη όσοι τα είχαν ανάγκη. Προχώρησε με τρόπο θαυμαστό στην ανακομιδή των μυρίπνοων λειψάνων του Οσίου Χατζη-Ανανία και με αγώνα κατάφερε να τον κάνει γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 1971 γίνεται Μεγαλόσχημος στην Ιερά Μονή Ξηροποτάμου του Άγιου Όρους και ξεκινάει ένα ακόμα πιο δύσκολο πνευματικό δρόμο, με πιο αυστηρή νηστεία και με σκληρές δοκιμασίες του σώματος. Σταματάει την κατανάλωση του κρέατος, ψάρι θα καταλύει μόνο τις Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές, ενώ πολλές θα είναι οι ημέρες που θα παραμένει νηστικός χωρίς νερό και το βράδυ θα πίνει Αγιασμό και θα τρώει λίγο Αντίδωρο. Κάθε βράδυ προσεύχεται γονατιστός, κάνει περισσότερες από 1000 μετάνοιες, και επιλέγει τη χαμαικοιτία με προσκέφαλο ένα τσουβαλάκι ή μία πέτρα. Φεύγοντας από εκεί ταξίδεψε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους και εκπλήρωσε την επιθυμία του να βαπτιστεί στον Ιορδάνη ποταμό.

       Το 1977 εγκαταστάθηκε στο επίσης ολοκληρωτικά κατεστραμμένο Μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου Άρβης, το οποίο επίσης θα ανακαινίσει μόνος του. Το 1992 και σε ηλικία 68 ετών εγκαταστάθηκε ως Εφημέριος στο Βαχό, όπου και εκεί  ανακαίνισε όλους τους Ναούς. Επιλέγει τον ασκητικό, ταπεινό, λιτό τρόπο ζωή και αφοσιώνεται στο να κηρύττει το λόγου του Θεού, να οδηγεί, ιδιαίτερα νέους, στο δρόμο της Εκκλησίας και να ομολογεί την αγιότητα του θαυματουργού Αγίου του Χατζη-Ανανία. Πιστοί από όλο το κόσμο τον επισκέπτονται ή του τηλεφωνούν για να ζητήσουν την ευλογία του, να προσευχηθεί για αυτούς και να πάρουν το θαυματουργό Λαδάκι του Αγίου. Όπως ο Αναστάσιος ο Κουδουμιανός, έτσι και ο Γέροντας Ιωαννίκιος παρίστανε το «σαλό» και μόνο τα τελευταία χρόνια της ζήσης του, επέτρεψε να φανερωθούν κάποια από τα ουράνια χαρίσματα που είχε λάβει.

       Ο λόγος του φωτισμένος, πατρικός, τόσο συναρπαστικός και κατανοητός, πλημυρισμένος από τα λόγια των Πατέρων και το Ιερό Ευαγγέλιο. Χωρίς να έχει σπουδάσει,  εμπνευσμένος από Θεία Φώτιση, θα δοξάσει και θα  υμνήσει τον Άγιο του γράφοντας τον βίο Του, καθώς επίσης την Ακολουθία και τη Παράκληση Του. Θα εκδώσει δύο βιβλία με εκατοντάδες επώνυμα θαύματα του Αγίου, τα οποία μοίραζε δωρεάν για ευλογία. Ο προικισμένος με το προορατικό χάρισμα, ο σύγχρονος Κυρηναίος, ο Γέροντας της νηστείας, της αγρυπνίας, της αδιάλειπτης προσευχής, της παρθενίας, της αγάπης, της ακτημοσύνης, ο μέγας ελεήμον, ο ανακαινιστής Μονών και Εκκλησιών, που η χάρη του Ιησού Χριστού και της Παναγίας τον αξίωσαν να δει τα αθέατα του ουρανού όταν ήταν ακόμα εν ζωή, εργάστηκε αγόγγυστα, με ανιδιοτέλεια και αυταπάρνηση, για την Εκκλησία και τον άνθρωπο. Άφησε τη τελευταία του πνοή οσιακά στις 6 Δεκεμβρίου του 2017.  

Γέροντας  Αναστάσιος Χατζάκης (1931-2022)

     Ο Αρχιμανδρίτης Αναστάσιος, κατά κόσμον Γεώργιος Χατζάκης του Ζαχαρίου και της Αργυρής, γεννήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 1931 στις Κάτω Ασίτες Μελεβιζίου. Ανετράφει εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου από τους ευσεβείς γονείς του. Ορφάνεψε από πατέρα σε παιδική ηλικία και ανάλαβε τα ηνία της οικογένειας για να προστατέψει τα τρία αδέλφια του. Συγχωριανοί του ομολογούν πως ήταν υπόδειγμα εργατικότητας αλλά και πιστού χριστιανού.

     Όμως, ο πόθος του να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στην Εκκλησία του Ιησού Χριστού αύξανε και μεγάλωνε καθημερινά. Έτσι το έτος 1967  εγκατέλειψε τα εγκόσμια και αποφάσισε να καρεί Μοναχός στην ιστορική Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη Ηρακλείου.

 

    Στις 3 Νοεμβρίου 1967 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κυρό Ευγένιο και στις 23 Μαρτίου του 1968 έλαβε το χάρισμα της Ιεροσύνης. Ανέλαβε ως Εφημέριος στη γυναικεία Ιερά Μονή Παληανής και εξομολογεί πολλούς πιστούς. Στις 17 Ιουνίου 1977 μετατίθεται στην Ιερά Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας, υπό τη καθοδήγηση του μακαριστού Μητροπολίτου Φιλοθέου Βουζουνεράκη. 

     Διακαής πόθος του να ανεγείρει ένα Μοναστήρι αφιερωμένο στην Παναγία, τη Μητέρα της γης και του ουρανού και να βοηθήσει όσες ψυχές αναζητούσαν πνευματική καθοδήγηση και ανάπαυση. Με αφορμή τη δωρεά της απαραίτητης έκτασης, από τη τότε εκπαιδευτικό και μετέπειτα Μοναχή Άννα Τζανιδάκη, εργάσθηκαν από κοινού και ίδρυσαν το Ιερό Ησυχαστήριο της Υπεραγίας Θεοτόκου «το Άξιον Εστί», πολύ λίγο έξω από την Ιεράπετρα. Ο Γέροντας Αναστάσιος διέθεσε όλη την προσωπική του περιουσία για να ολοκληρώσει την πνευματική κιβωτό που χρόνια ονειρευόταν. Μετέβαινε καθημερινά με τα πόδια, επέβλεπε ο ίδιος όλες τις εργασίες και μετά από κόπους και αγωνίες, εγκαινιάστηκε το 1998.

     Με ασκητικό φρόνημα και καλογερικό ήθος, εργάσθηκε αθόρυβα και δημιουργικά, με σεμνότητα και αυταπάρνηση. Πιστός εργάτης της Ιεροσύνης και του μοναχικού βίου, με απλότητα, ταπείνωση και θείο έρωτα, προσέγγιζε όλους όσους τον επισκέπτονταν. Φιλακόλουθος, ακούραστος στην αδιάλειπτη προσευχή, εγκρατής, γνήσιος ομολογητής της πίστεως, επαναλάμβανε σε όλους «να λέτε συνεχώς την ευχή και το Δόξα σοι ο Θεός».

     Ο χαμογελαστός Γέροντας εντυπωσίαζε τους πάντες με την ιώβεια υπομονή του, τη πραότητα και την ηρεμία του και από τη πρώτη στιγμή που βρισκόσουν κοντά του, καταλάβαινες πως πρόκειται για μία οσιακή μορφή με ευλογία Κυρίου, που σε ξαλάφρωνε από τις όποιες δυσκολίες και πειρασμούς. Πάντα ταπεινός, αφουγκραζόταν όποιον το επιθυμούσε και νουθετούσε χωρίς ποτέ να κατακρίνει κανένα. Μετέδιδε με τρόπο θαυμαστό την αγάπη, τη παρηγοριά και την ανακούφιση στο νου και στη ψυχή των πονεμένων και ταλαιπωρημένων. Ως χαρισματικός άνθρωπος και Ιερέας, αξιώθηκε να γευτεί εν ζωή τα κάλλη του Παραδείσου και την Ουράνια Βασιλεία. Δίδαξε παραδειγματικά την υπακοή, το σεβασμό και την αγάπη στο λόγο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αγαπητός έξω από τα όρια της Κρήτης παρέδωσε οσιακά τη τελευταία του πνοή στις 4 Φεβρουαρίου του 2022.

Η μεταξύ τους σχέση

     Για το Θεό που είναι παντοδύναμος, με τη Θεία Χάρη Του τα πάντα μπορούν να γίνουν, και ο χρόνος να καταργηθεί, και η καθημερινή ζωή να συναντήσει την αιώνια. Σε φωτισμένους από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ανθρώπους, που συγκινούν τον ουρανό με τη βιωτή τους, τη πίστη, τον αγώνα τους, την αφοσίωση και την αγάπη τους, μπορεί να επιτρέψει ακόμα και να επικοινωνούν, ή να βρίσκονται μεταξύ τους, όσο μακριά και αν είναι,  χωρίς καν να χρειαστεί να μετακινηθούν. Σε πολλές περιπτώσεις, λαμβάνουν ακόμα και  προειδοποίηση για την επικείμενη εκδημία κάποιου, ώστε να φροντίσουν να τον επισκεφτούν και να τον αποχαιρετήσουν.  Αυτό συνέβαινε και μεταξύ των ευλογημένων Γερόντων που προαναφέρθηκαν.

  Ο Γέροντας Ιωαννίκιος, όπως αποκαλύφθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2010 που επισκέφτηκε, με τη συνοδεία του, την Ιερά μονή Κουδουμά, για να συναντήσει το Γέροντα Αναστάσιο το Κουδουμιανό, είχε μια τέτοια ευλογημένη σχέση μαζί του. Ενώ ήταν η πρώτη φορά που συναντιόντουσαν, είχαν τόσα πολλά για να θυμηθούν… Τους άκουγαν να αναφέρονται σε τόπους και χρόνους που είχαν βρεθεί, τις συζητήσεις που είχαν κάνει, ακόμα και τις συμπροσευχές τους. Έγινε ακόμα κάτι πιο θαυμαστό. Οι δύο Γέροντες κάθισαν στο αρχονταρίκι της Μονής δίπλα δίπλα και ανάμεσα τους ένα πνευματικό παιδί  του Ιωαννικίου. Αφού εξομολογήθηκαν και συγχωρέθηκαν μεταξύ τους, από το πουθενά άρχισαν να εμφανίζονται ευλογημένοι Αδελφοί και Πατέρες. Κουβέντιασαν όλοι μαζί και είδαν… αρκετά πράγματα για πολύ ώρα. Ανάμεσα σε αυτούς που εμφανίστηκαν ήταν και ο Μοναχός Ιωακείμ Αντωνάκης, που επειδή ήταν νάνος τον αποκαλούσαν Ιωακειμάκι ή Καλογεράκι και που είχε κοιμηθεί το 1946.

  Ανάλογη ήταν η σχέση του Γέροντα Ιωαννικίου  και με το Γέροντα Αναστάσιο Χατζάκη. Είχαν προσωπική σχέση για πολλά χρόνια. Υπήρχε μεγάλη συμπάθεια και αγάπη μεταξύ τους. Τους συνέδεαν οι πνευματικοί αγώνες και η κοινή κοπιαστική πορεία προς την αγιότητα. Η επικοινωνία τους τακτική, με φυσική, αλλά και με πνευματική παρουσία, έδιναν δύναμη και κουράγιο ο ένας στον άλλον και αναζητούσαν απαντήσεις στις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν.

 

     Ο πάντα ταπεινός και πράος Γέροντας Αναστάσιος έλεγε χαρακτηριστικά: «δεν μου κάνει όρεξη για τίποτα, χορταίνω βλέποντας και ακούγοντας τον Άγιο Γέροντα, είναι πιο δυνατός, η προσευχή του φθάνει μέχρι τα πόδια του Χριστού, η δική μου λίγο πιο κάτω» και έπαιρνε ανάλογη απάντηση από τον Ιωαννίκιο.

    Τρεις ημέρες πριν την εκδημία του Γέροντα Ιωαννικίου, τον επισκέφτηκε στο κελάκι του ο Γέροντας Αναστάσιος του «Άξιον Εστί», καθώς είχε ειδοποιηθεί… για το τι επρόκειτο να γίνει. Κάθισαν μαζί για περίπου δύο ώρες χωρίς να ανταλλάξουν ούτε μία κουβέντα, όμως οι κινήσεις των ματιών τους μαρτυρούσαν τη νοερά και πνευματική επικοινωνία τους. Εξομολογήθηκαν και αφού συγχωρέθηκαν, ο Γέροντας Αναστάσιος αποχώρησε μοιράζοντας ευχές και πάντα με το μοναδικό παιδικό του χαμόγελο.

     Οι πνευματικές αυτές μορφές, είναι τα σύγχρονα τρανταχτά παραδείγματα των Μεγάλων Αγιασμένων Πατέρων της Αγίας μας Εκκλησία, που με την ασκητική, τη πνευματική και χριστομίμητη ζωή τους, είχαν μετατραπεί από τα νεαρά τους κιόλας χρόνια, σε σκεύη χριστιανικής χαράς, τόσο της επίγειας ζωής, όσο και της ουράνιας Βασιλείας. Ζούσαν αφανείς μέσα στη κοινωνία, διαφύλασσαν κρυφή την ασκητική τους ζωή και τα πνευματικά σκαλοπάτια που συνεχώς ανέβαιναν, με μόνο σκοπό να ευαρεστήσουν όσο περισσότερο μπορούσαν το Κύριο. Με αφετηρία τους τη Νοτιοανατολική Κρήτη, από όπου πέρασαν άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια της φωτοφόρου προσωπικότητας τους, μετάγγισαν την αλήθεια της Ορθοδοξίας χωρίς να μπορεί κανένας να διαβάλει τη διδασκαλία τους και έδειξαν το μοναδικό δρόμο για να πλησιάσουμε τη Δόξα του Θεού και να αγγίξουμε τη Θέωση, όπως Εκείνος μας άφησε παρακαταθήκη.

    Όσοι τους γνώρισαν, αναγνώρισαν σε αυτούς την Αλήθεια του Χριστού. Όσοι τους έζησαν, συγκλονίστηκαν, άλλαξαν τη χωρίς ουσιαστικό νόημα ζωή τους, τους κατέστησαν μόνιμους συνοδοιπόρους τους και βιώνουν τη θεία ευτυχία οι ίδιοι και οι οικογένειες τους. Όσοι πάλι τους ανακαλύπτουν μετά τη κοίμηση τους, από τη μία αισθάνονται άτυχοι που δεν αξιώθηκαν να τους γνωρίσουν εν ζωή και από την άλλη, ζητούν την ευλογία, την ευχή και τις πρεσβείες τους, βέβαιοι πως ο Θεός τους στεφάνωσε, πως έχουν τη θεία ανταμοιβή της παρρησίας από Εκείνον και πως τους ακούν και θα τους ελεήσουν με την παρρησία τους και τις προσευχές τους.   

Ο Θεός να αναπαύει τις ψυχούλες τους!

ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΠΡΕΣΒΕΥΣΑΤΕ ΥΠΕΡ ΗΜΩΝ!

 

 

Πηγή:  https://www.rethemnosnews.gr/kriti/679976_oi-teleytaioi-kryfoi-agioi-tis-kritis